ΟΠΛΗΦΟΡΑ
Υπάρχουν πάνω από 200 είδη θηλαστικών με οπλές. Οι επιστήμονες τα αποκαλούν και ονυχοφόρα θηλαστικά. Όλα έχουν δάχτυλα που καταλήγουν σε σκληρή επικάλυψη, τη λεγόμενη οπλή. Οι οπλές αποτελούνται από ένα υλικό που λέγεται κερατίνη. Τα θηλαστικά αυτά είναι φυτοφάγα και τα περισσότερα περπατούν στις άκρες των δαχτύλων τους. Μερικά οπληφόρα φέρουν στο κεφάλι κέρατα από κερατίνη. Μερικά οπληφόρα όπως η καμηλοπάρδαλη, το πρόβατο, τα βοοειδή και τα ελάφια τρώνε ακολουθώντας συγκεκριμένη διαδικασία. Αφού μασήσουν την τροφή για λίγο, την καταπίνουν. Η τροφή διαλύεται στο στομάχι του ζώου και ύστερα επανέρχεται
στο στόμα για αναμάσηση. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται μηρυκασμός.
στο στόμα για αναμάσηση. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται μηρυκασμός.
ΧΟΙΡΟΣ
Ο χοίρος προσαρμόζεται σε όλες τις συνθήκες, ωστόσο αναπτύσσεται καλύτερα σε ψυχρά κλίματα. Είναι παμφάγο ζώο και τρώει από όλες τις τροφές. Το πεπτικό του σύστημα μπορεί να επεξεργαστεί κάθε είδους τροφή, ακόμα και τα υπολείμματα του φαγητού που τρώνε οι άνθρωποι.
Παρά τις διαφορές τους, όλες οι φυλές γουρουνιών χαρακτηρίζονται γενικά από χοντροκομμένο και μονοκόμματο σώμα, κοντά πόδια και κωνικό κεφάλι, το οποίο καταλήγει σε κοντό ρύγχος. Το γεγονός ότι υπάρχουν πολλές φυλές χοίρων υποδεικνύει ότι η εξημέρωση έγινε ανεξάρτητα σε διάφορες περιοχές του κόσμου και ότι δεν ξεκίνησε από το ίδιο είδος αγριόχοιρου.
Παρά τις διαφορές τους, όλες οι φυλές γουρουνιών χαρακτηρίζονται γενικά από χοντροκομμένο και μονοκόμματο σώμα, κοντά πόδια και κωνικό κεφάλι, το οποίο καταλήγει σε κοντό ρύγχος. Το γεγονός ότι υπάρχουν πολλές φυλές χοίρων υποδεικνύει ότι η εξημέρωση έγινε ανεξάρτητα σε διάφορες περιοχές του κόσμου και ότι δεν ξεκίνησε από το ίδιο είδος αγριόχοιρου.
ΕΛΑΦΙ
Είναι όμορφο, λεπτόσωμο, με κοντό καστανόχρωμο μαλακό τρίχωμα. Το κεφάλι του είναι μικρό, με ρύγχος μυτερό. Έχει μεγάλα όμορφα μάτια και λεπτά ευκίνητα πόδια. Το αρσενικό έχει στο κεφάλι του κέρατα μεγάλα με διακλαδώσεις που ανανεώνονται κάθε χρόνο και μοιάζουν με φύλλα πλατιά.
Ζει σε πυκνά δάση ζευγαρωτά ή πολλά μαζί (αγέλες) και τρέφεται με χλόη, χόρτα ή και με τη φλούδα από τους κορμούς των μικρών δέντρων, τους οποίους επίσης καταστρέφει τρίβοντας επάνω τα κέρατά του, όταν είναι η εποχή να αλλάξει το δέρμα του.
Το ελάφι συναντάται σε πολλές παραλλαγές (με κέρατα ή χωρίς, μεγαλόσωμο ή μικρόσωμο, με ουρά ή χωρίς, με μεγάλα ή μικρά αυτιά κλπ.) σε όλο τον κόσμο εκτός από την Αφρική και την Αυστραλία. Στην Αμερική είναι μεγαλόσωμα, στην Κίνα μικρόσωμα χωρίς κέρατα, στην Ιάβα και Σουμάτρα μεγάλα με κοντά κέρατα, στην Ευρώπη μέτρια κλπ.
Το κοινό ελάφι, που το συναντάμε στα περισσότερα μέρη της Ευρώπης και της Μικράς Ασίας, έχει μήκος ως 2,30 μ. και ύψος ως 1,50 μ. και ζυγίζει ως 100 κιλά. Έχει σπάνια ευκινησία και τρέχει πολύ γρήγορα κάνοντας πηδήματα μέχρι 8 μέτρα. Ζει γύρω στα 40 με 50 χρόνια.
Έχει εχθρούς όλα τα αρπακτικά ζώα και τον άνθρωπο. Το μόνο όπλο για την άμυνά του είναι το γρήγορο τρέξιμό του και οι οξύτατες αισθήσεις του.
Ζει σε πυκνά δάση ζευγαρωτά ή πολλά μαζί (αγέλες) και τρέφεται με χλόη, χόρτα ή και με τη φλούδα από τους κορμούς των μικρών δέντρων, τους οποίους επίσης καταστρέφει τρίβοντας επάνω τα κέρατά του, όταν είναι η εποχή να αλλάξει το δέρμα του.
Το ελάφι συναντάται σε πολλές παραλλαγές (με κέρατα ή χωρίς, μεγαλόσωμο ή μικρόσωμο, με ουρά ή χωρίς, με μεγάλα ή μικρά αυτιά κλπ.) σε όλο τον κόσμο εκτός από την Αφρική και την Αυστραλία. Στην Αμερική είναι μεγαλόσωμα, στην Κίνα μικρόσωμα χωρίς κέρατα, στην Ιάβα και Σουμάτρα μεγάλα με κοντά κέρατα, στην Ευρώπη μέτρια κλπ.
Το κοινό ελάφι, που το συναντάμε στα περισσότερα μέρη της Ευρώπης και της Μικράς Ασίας, έχει μήκος ως 2,30 μ. και ύψος ως 1,50 μ. και ζυγίζει ως 100 κιλά. Έχει σπάνια ευκινησία και τρέχει πολύ γρήγορα κάνοντας πηδήματα μέχρι 8 μέτρα. Ζει γύρω στα 40 με 50 χρόνια.
Έχει εχθρούς όλα τα αρπακτικά ζώα και τον άνθρωπο. Το μόνο όπλο για την άμυνά του είναι το γρήγορο τρέξιμό του και οι οξύτατες αισθήσεις του.
Το θηλυκό του, που δεν έχει κέρατα, γεννά μια φορά το χρόνο (κάθε 10 μήνες) 1 ως 2 ελαφάκια που τα θηλάζει και τα αγαπά πολύ. Τα ελαφάκια όταν είναι ακόμα πολύ μικρά κρύβονται μέσα στους θάμνους ή στο ψιλό χορτάρι για να μην τα βλέπουν οι κυνηγοί.
ΑΛΟΓΟ
Το άλογο από την αρχαιότητα χρησιμοποιήθηκε ως μέσο μετακίνησης και αποτέλεσε βασική κινητήρια δύναμη των αμαξών αλλά και χρήσιμο εργαλείο στον πόλεμο όπως και σε αθλητικούς αγώνες . Βοήθησε επίσης την εξάπλωση των ανθρώπων σε νέες περιοχές, καθώς και τη μετανάστευση ολόκληρων λαών. Εξημερώθηκε από τον άνθρωπο γύρω στο 4.500 π.Χ. Στην αρχαία ελληνική, η ονομασία του ήταν ίππος.
Το άλογο είναι ψηλό ζώο, (υπάρχουν 1000 φυλές αλόγων που το ύψος τους ξεκινάει από 50 εκατοστά μέχρι και 180 εκατοστά) γνωστό για την περήφανη όψη του. Έχουν πυκνό τρίχωμα που αποτελείται από κοντές και απαλές τρίχες.
Ζουν πολλά χρόνια και ο μέσος όρος ζωής του φτάνει τα 25 έως 30 χρόνια. Αν και πιστευόταν ότι δεν είναι ιδιαίτερα έξυπνο ζώο, όπως δείχνει και το όνομά του, έχει αποδειχτεί ότι κατέχει ευφυΐα που έχει να κάνει με την εκμάθηση καθηκόντων, τη μνήμη και τη λύση προβλημάτων.
Γεννάει κάθε φορά συνήθως ένα μωρό, σπανιότερα δύο, και η θηλυκιά τα θηλάζει μέχρι την ηλικία των 6-7 μηνών και στην φύση μέχρι την ηλικία του ενός έτους.
ΡΙΝΟΚΕΡΟΣ
Είναι ογκώδες φυτοφάγο θηλαστικό της Ασίας και της Αφρικής που στο πάνω ρύγχος του έχει ένα ή δύο κέρατα. Ο ρινόκερος έχει σχεδόν άτριχο σώμα με πόδια κοντά και χοντρά μοιάζοντας με τον ελέφαντα και τον ιπποπόταμο. Ο θηλυκός ρινόκερος γεννά ένα μικρό ύψους 65 εκατοστών και βάρους 65-70 κιλών, μετά από 15 μήνες κυοφορίας. Ο μέγιστος χρόνος ζωής του ρινόκερου είναι τα 50 χρόνια.
Ο ρινόκερος με δύο κέρατα, το ένα πίσω από το άλλο, ονομάζεται και αφρικανικός ή μαύρος και είναι ο μικρότερος του είδους με μήκος 3-3,75 μέτρα, ύψος 1,5 μέτρα και βάρος 2 τόνους. Το πιο μακρύ από τα 2 κέρατα φθάνει τα 1,30 μέτρα. Είναι ο πιο επιθετικός του είδους, μοναχικός και δύστροπος, ενώ επιτίθεται όταν διαταραχθεί η ησυχία του.
Ο πλατύρρινος, γνωστότερος ως λευκός, είναι ο μεγαλύτερος του είδους, με μήκος που φτάνει τα 4 μέτρα, ύψος τα 2 μέτρα και βάρος τους 3 τόνους. Φέρει επίσης δύο κέρατα, το χείλος του όμως είναι πλατύ, αντίθετα με τον «μαύρο» ρινόκερο του οποίου είναι μυτερό σαν προβοσκίδα, ο ίδιος βρίσκεται δε στις περιοχές της Νοτίου Αφρικής. Χαρακτηρίζεται ως πιο κοινωνικός, ζει σε μικρές ομάδες και είναι σπάνια επιθετικός. Το χρώμα του δέρματος και των δύο ειδών είναι γκριζωπό και δεν σχετίζεται με την ονομασία τους. Χαρακτηριστικό των αφρικανικών ρινόκερων είναι η συμβίωση τους με ένα είδος πτηνού, τους βουφάγους, που τρέφονται με παράσιτα του δέρματος.
Ο ρινόκερος με δύο κέρατα, το ένα πίσω από το άλλο, ονομάζεται και αφρικανικός ή μαύρος και είναι ο μικρότερος του είδους με μήκος 3-3,75 μέτρα, ύψος 1,5 μέτρα και βάρος 2 τόνους. Το πιο μακρύ από τα 2 κέρατα φθάνει τα 1,30 μέτρα. Είναι ο πιο επιθετικός του είδους, μοναχικός και δύστροπος, ενώ επιτίθεται όταν διαταραχθεί η ησυχία του.
Ο πλατύρρινος, γνωστότερος ως λευκός, είναι ο μεγαλύτερος του είδους, με μήκος που φτάνει τα 4 μέτρα, ύψος τα 2 μέτρα και βάρος τους 3 τόνους. Φέρει επίσης δύο κέρατα, το χείλος του όμως είναι πλατύ, αντίθετα με τον «μαύρο» ρινόκερο του οποίου είναι μυτερό σαν προβοσκίδα, ο ίδιος βρίσκεται δε στις περιοχές της Νοτίου Αφρικής. Χαρακτηρίζεται ως πιο κοινωνικός, ζει σε μικρές ομάδες και είναι σπάνια επιθετικός. Το χρώμα του δέρματος και των δύο ειδών είναι γκριζωπό και δεν σχετίζεται με την ονομασία τους. Χαρακτηριστικό των αφρικανικών ρινόκερων είναι η συμβίωση τους με ένα είδος πτηνού, τους βουφάγους, που τρέφονται με παράσιτα του δέρματος.
Ο ινδικός ρινόκερος αποτελεί το πλέον τυπικό είδος με ένα κέρατο, και βρίσκεται διασκορπισμένος στις περιοχές της Ινδίας ενώ ελάχιστοι υπάρχουν στην Κεντρική Κίνα. Διαθέτει μήκος περίπου 3,9 μέτρα και βάρος περίπου 3 τόνους. Ο ρινόκερος της Σουμάτρας, είναι ο μικρότερος του είδους με μήκος 2,80 μέτρα, ενώ διαθέτει δύο κέρατα μικρότερα του αφρικανικού. Το τρίτο είδος, ο ρινόκερος της Ιάβας, είναι λίγο μικρότερος από αυτόν της Ινδίας και φέρει ένα κέρατο. Οι ρινόκεροι της Σουμάτρας και της Ιάβας είναι τα πιο σπάνια είδη και μπορεί να τα συναντήσει κανείς σε προστατευόμενα πάρκα και ζωολογικούς κήπους
ΚΑΜΗΛΟΠΑΡΔΑΛΗ
ΤΑ ΠΙΟ ΨΗΛΑ ΘΗΛΑΣΤΙΚΑ
Η καμηλοπάρδαλη είναι το ψηλότερο ζώο στον κόσμο. Φθάνει τα 6 μέτρα πάνω από το έδαφος και τα 1.350 κιλά σε βάρος.
Το κεφάλι της καμηλοπάρδαλης είναι σχετικά μικρό με κέρατα που καλύπτονται από δέρμα, επίπεδο ρύγχος και λεπτά χείλη , ενώ έχει μεγάλα μάτια και αυτιά. Η γλώσσα της καμηλοπάρδαλης έχει μήκος έως και 45 εκατοστά. O λαιμός του ζώου έχει μήκος που μπορεί να φτάσει τα 2,8 μέτρα και βάρος που φτάνει το μισό τόνο. Το συνολικό της ύψος είναι 6 μέτρα.Είναι θηλαστικό και φυτοφάγο. Πήρε το όνομά της από τον συνδυασμό των λέξεων «Καμήλα» και «Λεοπάρδαλη».
Η καμηλοπάρδαλη είναι το ψηλότερο ζώο στον κόσμο. Φθάνει τα 6 μέτρα πάνω από το έδαφος και τα 1.350 κιλά σε βάρος.
Το κεφάλι της καμηλοπάρδαλης είναι σχετικά μικρό με κέρατα που καλύπτονται από δέρμα, επίπεδο ρύγχος και λεπτά χείλη , ενώ έχει μεγάλα μάτια και αυτιά. Η γλώσσα της καμηλοπάρδαλης έχει μήκος έως και 45 εκατοστά. O λαιμός του ζώου έχει μήκος που μπορεί να φτάσει τα 2,8 μέτρα και βάρος που φτάνει το μισό τόνο. Το συνολικό της ύψος είναι 6 μέτρα.Είναι θηλαστικό και φυτοφάγο. Πήρε το όνομά της από τον συνδυασμό των λέξεων «Καμήλα» και «Λεοπάρδαλη».
Τρέφεται με φύλλα και βλαστούς ψηλών δέντρων που είναι απρόσιτα στα άλλα ζώα. Όταν θέλει να πάρει κάτι από το έδαφος ή να πιει νερό ανοίγει τα μπροστινά πόδια της ή γονατίζει λυγίζοντάς τα. Ωστόσο, η καμηλοπάρδαλη δεν πίνει συχνά νερό διότι, λόγω ύψους, είναι αναγκασμένη να ακολουθήσει μια ολόκληρη διαδικασία για να σκύψει, οπότε εκείνη τη στιγμή γίνεται πολύ ευάλωτη στους εχθρούς της.
Η καμηλοπάρδαλη ζει στην Κεντρική Αφρική. Κατά μέσο όρο ζει ως 30 χρόνια. Είναι κοινωνικό ζώο. Ζει σε ομάδες των 12-15 ατόμων που αποτελείται από ένα αρσενικό και τα θηλυκά με τα μικρά τους. Είναι ζώο φιλήσυχο και συνήθως τρέπεται σε φυγή για να γλιτώσει από τα σαρκοφάγα ζώα. Kαθημερινά η καμηλοπάρδαλη περνάει 12 ώρες βόσκοντας και κοιμάται βαθιά 20 λεπτά το 24ωρο. Η καμηλοπάρδαλη γεννάει όρθια και το μωρό της πέφτει στο έδαφος από ύψος 1,5 μέτρου.Γεννά ένα μικρό, του οποίου το ύψος είναι γύρω στα 2 μέτρα κατά τη γέννηση. Η περίοδος κυήσεως διαρκεί 15 μήνες. Η περίοδος του θηλασμού του διαρκεί ένα εξάμηνο και επί ένα έτος αναγκάζεται να ακολουθεί τη μητέρα του.
ΠΡΟΒΑΤΟ
Ανάλογα με την ηλικία και το φύλο τους, ονομάζονται αρνιά μέχρι δυο μηνών, ζυγούρια μέχρι ενός έτους, κριάρια τα ώριμα αρσενικά και προβατίνες τα θηλυκά. Έχουν μέτριο σώμα που καλύπτεται από πυκνό τρίχωμα, απαλό στην αφή, σγουρό ή ίσιο, μακρύ ή κοντό, λευκό, μαύρο, καστανό ή γκρίζο.
Ζουν 10 έως 14 χρόνια, ανάλογα με τις συνθήκες διαβίωσής τους.
Τρέφονται με νωπά χόρτα, τα οποία καταπίνουν σχεδόν αμάσητα, ώστε να εξασφαλιστούν κατά τη διάρκεια της ημερήσιας βοσκής οι μεγάλες ποσότητες που απαιτούνται - αργότερα όταν αναπαύονται, η τροφή επανέρχεται στο στόμα και αναμασάται(μηρυκασμός).
Η εγκυμοσύνη διαρκεί κατά μέσο όρο 150 μέρες.Ο πρώτος τοκετός γίνεται σε ηλικία 14-17 μηνών ή 2 ετών. Τα θηλυκά γεννούν 1-2 ή σπανιότερα 3-4 μικρά, ύστερα από κύηση 5 μηνών. Οι προβατίνες γεννούν μόνο μια φορά τον χρόνο, αν και βιολογικά έχουν τη δυνατότητα να γεννούν κάθε 6-7 μήνες. Αξίζει να αναφερθεί ότι κάθε προβατίνα αναγνωρίζει το δικό της μικρό, ανάμεσα σε πλήθος άλλων, βάσει της μυρωδιάς των μικρών της. Τα πρόβατα ενηλικιώνονται σε 2 χρόνια αν είναι αρσενικά, και σε ένα χρόνο αν είναι θηλυκά.
Από τα πρόβατα ο άνθρωπος παίρνει το κρέας, το μαλλί, αλλά και γάλα και τυρί.